Ἑστιάδων

Ἑστιάδων
Ἑστιάδες
Vestal virgins
fem gen pl
Ἑστιάς
Vestal virgins
fem gen pl

Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.

Игры ⚽ Поможем сделать НИР

Look at other dictionaries:

  • Πεδουκαίος — (Peducaeus). Επώνυμο ονομαστής οικογένειας της αρχαίας Ρώμης. Από την οικογένεια αυτή διέπρεψαν κυρίως οι εξής: 1. Σίξτος. Διετέλεσε δήμαρχος της Ρώμης το 114 113. Είναι ο εκπονητής του λεγόμενου Πεδουκαίου νόμου περί ανοσιότητας των Εστιάδων… …   Dictionary of Greek

  • πυρ — Bλ. λ. φωτιά. * * * το / πῡρ, πληθ. πυρά, ΝΜΑ, και πύυρ και ποιητ. τ. πύϊρ Α 1. ταυτόχρονη παραγωγή θερμότητας και φλόγας, η οποία προέρχεται από την καύση ορισμένων σωμάτων, φωτιά 2. φρ. «Πυρ άγιον» το άσβεστο πυρ στο θυσιαστήριο τών… …   Dictionary of Greek

  • Νουμάς, Πομπίλιος — (8ος – 7ος αι. π.Χ.). Διάδοχος του Ρωμύλου ως βασιλιάς της Ρώμης. Οι Ρωμαίοι απέδιδαν σε αυτόν πολλούς θρησκευτικούς θεσμούς τους, γιορτές, θυσίες και άλλες ιεροτελεστίες, τον θεσμό των Εστιάδων παρθένων και τους Σαλίους (ιερείς του Άρη). Λέγεται …   Dictionary of Greek

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”